Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2009

Περικλης


Ο Περικλής (από τις λέξεις περί + κλέος = «o περιτριγυρισμένος από δόξα», περίπου 495-429 π.Χ.) ήταν Αρχαίος Έλληνας πολιτικός, ρήτορας και στρατηγός του 5ου αιώνα π.Χ., γνωστού και ως «Χρυσού Αιώνα», και πιο συγκεκριμένα της περιόδου μεταξύ των Περσικών Πολέμων και τουΠελοποννησιακού Πολέμου. Η δύναμη, δόξα και η φήμη την οποία χάρισε στην Αρχαία Αθήνα, δικαιώνουν απόλυτα το χαρακτηρισμό του Χρυσού Αιώνα. Η εποχή στην οποία ήταν κύριος της πολιτικής ζωής της Αρχαίας Αθήνας, δηλαδή μεταξύ του 461 π.Χ. και του 429 π.Χ., ονομάζεται μέχρι σήμερα«Εποχή του Περικλή».
Ο Περικλής εκμεταλλεύτηκε τη νίκη των ελληνικών δυνάμεων επί των Περσών και την άνοδο της ναυτικής δύναμης της Αθήνας προκειμένου να μετατρέψει τη Δηλιακή Συμμαχία σε «Αθηναϊκή Ηγεμονία», οδηγώντας την πόλη του στην μεγαλύτερη ακμή της ιστορίας της κατά την περίοδο των 14 συνεχόμενων ετών που εκλεγόταν στο αξίωμα του Στρατηγού. Σε στρατιωτικό επίπεδο, οι επεκτατικές και στρατιωτικές επιχειρήσεις που πραγματοποίησε κατά την διάρκεια της κυριαρχίας του είχαν σαν κύριο στόχο τη διαφύλαξη των συμφερόντων της Αθήνας. Τις επιχειρήσεις αυτές διεξήγαγε με τη βοήθεια του πανίσχυρου αθηναϊκού ναυτικού, το οποίο άρχισε να δυναμώνει την εποχή του Θεμιστοκλή και αργότερα του Κίμωνα, γιου του Μιλτιάδη. Ωστόσο ήταν κατά την εποχή του Περικλή που έφτασε στην απόλυτη ακμή του, αποτελώντας τον κινητήριο μοχλό της αθηναϊκής υπερδύναμης. Ο Περικλής ήταν ηγέτης της Αθήνας μέχρι τα δύο πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου, ώσπου το 429 π.Χ. απεβίωσε εξαιτίας του λοιμού που χτύπησε την πόλη του.
Υπήρξε μέγας προστάτης των τεχνών, της λογοτεχνίας και των επιστημών, και ο βασικός υπεύθυνος για το γεγονός ότι η Αθήνα έγινε το πολιτιστικό και πνευματικό κέντρο του αρχαίου κόσμου. Επίσης, σε αυτόν οφείλεται η κατασκευή πολλών από τα σημαντικά μνημεία που κοσμούσαν την Αρχαία Αθήνα, με εκείνα της Ακρόπολης να διατηρούν εξέχουσα θέση ανάμεσά τους. Επίσης, υπήρξε μέγας υποστηρικτής της δημοκρατίας και της ελευθερίας του λόγου και σαν αποτέλεσμα, κατά την εποχή του, τέθηκαν οι βάσεις του λεγόμενου Δυτικού Πολιτισμού. Η δράση του δεν περιορίστηκε μόνο εκεί, αλλά ως ηγέτης των Αθηνών, με μία σειρά νόμων, υποστήριξε τις λαϊκές μάζες και τις βοήθησε να αποκτήσουν περισσότερα δικαιώματα σε βάρος της αριστοκρατικής τάξης στην οποία ανήκε κι ο ίδιος. Ήταν τόσο ανοικτός προς τις ευρύτερες μάζες, που πολλοί τον αποκαλούσαν λαϊκιστή.[1][2]
Οι φιλοδημοκρατικές του θέσεις αποτυπώνονται καλύτερα στον περίφημο «Επιτάφιο Λόγο» του προς τιμήν των πεσόντων του πρώτου έτους του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο οποίος διασώθηκε από τον ιστορικό Θουκυδίδη. Ο τελευταίος θαύμαζε τόσο πολύ τον Περικλή, που τον αποκαλούσε «πρώτο πολίτη των Αθηνών»Ο Περικλής γεννήθηκε στον Δήμο Χολαργού, βόρεια της Αθήνας, γύρω στο 495 π.Χ..α[›] Πατέρας του ήταν ο επίσης πολιτικός και στρατηγός των αρχών του 5ου αιώνα π.Χ., Ξάνθιππος, γνωστός επειδή βοήθησε στην καταδίκη του Μιλτιάδη για την αποτυχημένη αθηναϊκή εκστρατεία εναντίον της Πάρου το 489 π.Χ., για τον οστρακισμό του το 485 π.Χ., και κυρίως για το ότι ηγήθηκε των αθηναϊκών δυνάμεων στη Ναυμαχία της Μυκάλης τον Αύγουστο του 479 π.Χ., όπου οι Έλληνες πέτυχαν αποφασιστική νίκη εναντίον των Περσών. Μητέρα του ήταν η Αγαρίστη, μέλος της παλαιάς και ισχυρής αριστοκρατικής οικογένειας των Αλκμεωνιδών. Προπάππους της Αγαρίστης ήταν ο τύραννος της ΣικυώναςΚλεισθένης, ενώ θείος της ήταν ο μείζων μεταρρυθμιστής του αθηναϊκού πολιτεύματος, Κλεισθένης που επίσης ήταν μέλος της οικογένειας των Αλκμεωνιδών.β[›][3]
Σύμφωνα με την αφήγηση του φερόμενου ως «πατέρα της ιστορίας» και συγχρόνου του Περικλή, Ηροδότου, καθώς και του ιστορικούΠλουτάρχου, λίγες ημέρες πριν τη γέννηση του μεγάλου πολιτικού, η μητέρα του, Αγαρίστη, είδε στο ύπνο της ένα όνειρο όπου αντί για παιδί είχε φέρει στον κόσμο ένα λιοντάρι[4][5]. Οι υπηρέτριές της, όταν ξύπνησε από το φόβο της, τής είπαν πως το όνειρο ήταν καλό σημάδι, γιατί το λιοντάρι αντιπροσώπευε τη δύναμη και τη δόξα. Ωστόσο, πολλοί κωμωδιογράφοι και πολιτικοί του αντίπαλοι αργότερα κορόιδευαν τον Περικλή [5][6] και συνέδεαν το όνειρο αυτό με το ασυνήθιστο σχήμα του κεφαλιού του, εξαιτίας του οποίου τάχα απεικονιζόταν πάντα στις προτομές φορώντας περικεφαλαία. Εντούτοις, αυτό συνέβαινε απλώς γιατί χαρακτήριζε το αξίωμα του ως Στρατηγού της αθηναϊκής δημοκρατίας.[7]
Ο Περικλής ανήκε στην Ακαμαντίδα φυλή. Χάρη στον πλούτο και την υψηλή κοινωνική θέση της οικογενείας του πέρασε ήρεμα νεανικά χρόνια και είχε την τύχη όχι μόνο να ικανοποιήσει την αγάπη του για τη μελέτη, [8] αλλά και να γνωρίσει και να μαθητεύσει κοντά σε μερικούς από τους πιο ξακουστούς φιλοσόφους της εποχής του, όπως ήταν ο Ζήνων ο Ελεάτης, ιδρυτής της Ελεατικής Φιλοσοφικής Σχολής στην Κάτω Ιταλία, ο φιλόσοφος Πρωταγόρας, καθώς και ο φιλόσοφος, Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος, με τον οποίο τον συνέδεε στενή φιλία [9][10] και από το χαρακτήρα του οποίου πιθανώς πήρε την πραότητα και τον αυτοέλεγχο, κύρια χαρακτηριστικά της μετέπειτα πολιτικής του.[11] Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι διδάχθηκε μουσική από τους κορυφαίους μουσικούς εκείνης της εποχής όπως το Δάμωνα και, πιθανώς, τον Το 472 π.Χ. ο Περικλής, οποίος έπρεπε τότε να βρίσκεται στις αρχές της τρίτης δεκαετίας της ζωής του, παρουσίασε το έργο Πέρσαι του τραγικού ποιητή Αισχύλου στα Διονύσια ως λειτουργός. Αυτό σημαίνει ότι πιθανόν τότε ήταν ένας από τους πιο πλούσιους[13] και γνωστούς ανθρώπους των Αθηνών. Μπορεί να θεωρείται τυχερός, καθώς κέρδισε το έργο που παρουσίαζε, οι Πέρσαι, ένα σπάνιο δείγμα μεγάλης συγγραφικής ικανότητας από τον πρώτο από τους τρεις μεγάλους τραγικούς της αρχαιότητας. Εκείνο τον καιρό, ο Περικλής παντρεύτηκε μία γυναίκα αγνώστου ονόματος, η οποία του χάρισε δύο γιους. Το μόνο που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι ο γάμος τους δεν ήταν καθόλου επιτυχημένος. Είναι χαρακτηριστικό ότι εκείνη την εποχή πρέπει να είχε γεννηθεί η μετέπειτα σύντροφός του, Ασπασία. Η πολιτική ενασχόληση του Περικλή, που ακολούθησε τα χνάρια του πατέρα του, πρέπει να άρχισε σχεδόν μία δεκαετία αργότερα και συγκεκριμένα το 463 π.Χ., όταν ήταν μέλος του κατηγορητηρίου εναντίον του Κίμωνα, γιου του στρατηγού Μιλτιάδη και ηγέτη της συντηρητικής παράταξης. Ο Κίμωνας είχε καταφέρει να εξοστρακίσει[14] τον ηγέτη των δημοκρατικών Θεμιστοκλή, ο οποίος αυτοκτόνησε στην Περσία, και να ανελιχθεί στα πολιτικά πράγματα της Αθήνας. Είχε κατηγορηθεί ότι είχε παραδώσει πολλά συμφέροντα των Αθηνών, στο βασίλειο της Μακεδονίας[15], ενώ πιθανώς μεγάλο ρόλο πρέπει να έπαιξε και η παταγώδης αποτυχία που γνώρισε κατά τη διάρκεια του Γ’ Μεσσηνιακού Πολέμου. Τότε, η Σπάρτη είχε ζητήσει τη βοήθεια των Αθηνών για να καταπνίξει την εξέγερση των ειλώτων που εκμεταλλεύτηκαν το μεγάλο σεισμό του 464 π.Χ., επαναστάτησαν και οχυρώθηκαν στο φρούριο της Ιθώμης. Όταν ο Κίμων έφτασε στην Σπάρτη, οι Σπαρτιάτες αρνήθηκαν τη βοήθειά του, λέγοντας πως δεν είναι απαραίτητη. Τελικά, ο Κίμων αθωώθηκε αλλά η πολιτική του θέση κλονίστηκε σοβαρά[16].
Μετά την δικαστική πάλη με τον ηγέτη των συντηρητικών, Κίμωνα, ο Εφιάλτης, που ήταν ηγέτης της δημοκρατικής παράταξης στην οποία ανήκε ο Περικλής, αποφάσισε γύρω στο 461 π.Χ. να περάσει ένα ψήφισμα στην Εκκλησία του Δήμου, που θα αφαιρούσε πολλά[17] από τα εναπομείναντα προνόμια του Αρείου Πάγου, πού ήταν απομεινάρι του παλαιού αριστοκρατικού πολιτεύματος της Αθήνας. Το ψήφισμα πέρασε με αρκετά μεγάλη πλειοψηφία,[18] και πολλοί ιστορικοί πιστεύουν ότι με αυτό το γεγονός άρχισε η «ριζοσπαστικότερη δημοκρατία» της εποχής του Περικλή. Ο Εφιάλτης δολοφονήθηκε μετά από συνωμοσία ολιγαρχικών εναντίον του, λόγω της ριζικής και τολμηρής μεταρρύθμισης που επέβαλε με την λαϊκή ψήφο την ίδια χρονιά. Και όμως την ίδια χρονιά εξοστρακίστηκε ο προηγουμένως δημοφιλής πολιτικός Κίμωνας λόγω της λακωνόφιλης στάσης του και της ολοένα μεγαλύτερης απόστασης που είχε αρχίσει να χωρίζει το συντηρητικό κόμμα από τις ευρύτερες λαϊκές μάζες της Αθήνας, στην αυγή της Κλασσικής Εποχής. Ένας εξοστρακισμός του Κίμωνα δεν ήταν καθόλου εύκολος επειδή ο Κίμωνας ήταν πλούσιος και γενναιόδωρος,[19] ενώ και οι στρατιωτικές του επιτυχίες δεν ήταν καθόλου μικρές. Αυτό σήμαινε πως ο εξοστρακισμός του Κίμωνα ήταν μία τεράστια πολιτική νίκη του ΠερικλήΗ πραγματική άνοδος της Αθηναϊκής δημοκρατίας μόλις άρχισε όταν ο Περικλής παραμέρισε δία εξοστρακισμού τον κυριότερο πολιτικό του αντίπαλο, τον συντηρητικό Κίμωνα. Μετά από τον εξοστρακισμό του Κίμωνα, ο Περικλής συνέχισε να προτείνει ολοένα και πιο ριζοσπαστικούς νόμους,[18]που προωθούσαν τον βαθμό της δημοκρατίας σε πραγματικά δυσθεώρητα ύψη. Η πολιτική του Περικλή συνέχισε να είναι υπερβολικά φιλολαϊκή, πράγμα που τον κράτησε στην εξουσία τις επόμενες δύο δεκαετίες και του άνοιξε τον δρόμο, ώστε να κάνει την Αθήνα, την ισχυρότερη πόλη της Μεσογείου και την πιο ξακουστή στον αρχαίο κόσμο. Το 458 π.Χ. μείωσε το μέγεθος της απαιτούμενης περιουσίας πού έπρεπε να έχει κάποιος ώστε να γίνει Επώνυμος Άρχων. Λίγο μετά το 454 π.Χ., αύξησε τον μισθό των δικαστικών της Ηλιαίας.[20] Ο πιο ριζοσπαστικός νόμος πού επέβαλε ήταν αυτός του 451 π.Χ., πού από καθαρή ειρωνεία της τύχης θα έχει μεγάλες συνέπειες στην κατοπινή προσωπική του ζωή. Ο νόμος αυτός, επέτρεπε σε κάποιον να αποκτήσει την αθηναϊκή υπηκοότητα μόνο εφόσον και οι δύο του γονείς ήταν Αθηναίοι, πλήττοντας ιδιαίτερα για άλλη μία φορά την τάξη των αριστοκρατών, επειδή πρακτικά απαγόρευε την απόκτηση αθηναϊκής υπηκοότητας στα παιδιά των αριστοκρατών πού είχαν το ένα γονέα από άλλη πόλη.[21] Πολλοί πιστεύουν ότι το έκανε για να εμποδίσει πιθανές ξένες επιρροές στην Αθήνα. Ακόμη επέτρεψε στις υποδεέστερες τάξεις να κατέχουν υψηλότερα αξιώματα από αυτά πού τους επιτρέπονταν μέχρι την εποχή του, επειδή ο Περικλής ήθελε μία διεύρυνση του Δήμου, του λαού πάνω στην οποία θα μπορούσε να στηρίξει τα μελλοντικά του προγράμματα. Ο Περικλής πίστευε ότι εκτός από τα άλλα, εάν αύξανε την δύναμη του λαού θα μπορούσε να αυξήσει την στρατιωτική και κυρίως ναυτική δύναμη της Αθήνας. Όλα αυτά γινόντουσαν καθώς οι κωπηλάτες των αθηναϊκών πλοίων προέρχονταν από τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα.[22]
Οι ιστορικοί δεν είναι σίγουροι κατά πόσον η συγκεκριμένη στρατηγική του Περικλή ήταν καλή για την Αρχαία Αθήνα, και κατά πόσον ήταν καλή για την δημοκρατία γενικότερα. Ο ιστορικόςΚωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γράφει ότι ο Περικλής ήθελε να εδραιώσει[23] το δημοκρατικό πολίτευμα στην Αρχαία Αθήνα, προωθώντας μία σειρά φιλολαϊκών μέτρων τα οποία λειτούργησαν πολύ καλά όσο αυτός ήταν στην εξουσία, όμως μετά τον θάνατό του, η Αθήνα παρασύρθηκε σε έναν ωκεανό πολιτικής αβεβαιότητας και αναταραχής, κυβερνώμενη κυρίως από τυχοδιωκτικούς δημαγωγούς, όπως ο ανιψιός του Αλκιβιάδης και ο στρατηγός Κλέων, δικαιώνοντας απόλυτα τον συντηρητικό του αντίπαλο Κίμωνα, που υποστήριζε ότι η δημοκρατία δεν έχει πια περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης και εδραίωσης, και οποιεσδήποτε φιλολαϊκές υποχωρήσεις από αυτό το σημείο και έπειτα θα σήμαναν την βαθιά διάβρωση του πολιτικού και γενικότερα κοινωνικού ιστού της Αθήνας. Όπως λέει ο ιστορικός Τζάστιν Ντάνιελ Κίνγκ, οι μεταρρυθμίσεις του Περικλή βοήθησαν τον λαό αλλά διέβρωσαν το κράτος, και το έκαναν πολύ πιο ευάλωτο. Ο ιστορικός Ντόναλντ Κάγκαν υποστηρίζει ότι οι μεταρρυθμίσεις του Περικλή, έβαλαν τις βάσεις για την τερατώδη ανάπτυξη πολιτικών δυνάμεων, που θα μπορούσαν μέσω τις φιλολαϊκής δημαγωγίας να καταστρέψουν την Αθήνα. Όταν ο Κίμωνας γύρισε από την δεκάχρονη εξορία το 451 π.Χ., δεν αντιτάχθηκε[24] στις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις του Περικλή, και ειδικότερα στην μεταρρύθμιση, όσον αφορά το δικαίωμα στην αθηναϊκή υπηκοότηταΟ Περικλής και οι φίλοι του στη δημοκρατική Αθήνα της Κλασσικής Εποχής δεν ήταν καθόλου άτρωτοι σε πολιτικές ή και προσωπικές επιθέσεις, επειδή ο ρόλος του Περικλή στη διακυβέρνηση της Αρχαίας Αθήνας δε σήμαινε απαραίτητα ότι ο ίδιος και οι ομοϊδεάτες του είχαν την απόλυτη κυριαρχία, καθώς το αξίωμα του Περικλή δεν του έδινε τέτοιο δικαίωμα[48]. Λίγο πριν την έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο Περικλής, η σύντροφός του Ασπασία, και ο φίλος του, διάσημος γλύπτης Φειδίας, δέχθηκαν μία σειρά δικαστικών επιθέσεων σε βάρος τους.
Ο Φειδίας, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την ανοικοδόμηση όλων των κτιριακών συγκροτημάτων που του είχε αναθέσει ο Περικλής, κατηγορήθηκε πρώτα ότι έκλεψε ένα συγκεκριμένο ποσό χρυσού, ώστε να προσθέσει τη δική του μορφή, ως ενός φαλακρού άντρα, στην ασπίδα της θεάς Αθηνάς στο χρυσελεφάντινο άγαλμά της, φιλοτεχνώντας μια σκηνή που απεικόνιζε τον εαυτό του, μαζί με μία άλλη μορφή που έμοιαζε υπερβολικά στον Περικλή, να πολεμούν εναντίον των μυθικών Αμαζόνων[49]. Ένας ψευδομάρτυρας, ονόματι Μένωνας, κατέθεσε επίσης εναντίον του Περικλή. Η Ασπασία, που ήταν γνωστή για τις συμβουλευτικές της ικανότητες και ως εξαιρετική συνομιλητής, κατηγορήθηκε ότι διέφθειρε τις γυναίκες των Αθηνών για να ικανοποιήσει τον Περικλή[50]. Ήταν επίσης γνωστή εταίρα, αλλά οι ιστορικοί διαφωνούν για το εάν είχε στην κατοχή της οίκο ανοχής[51][52], καθώς πολλοί σύγχρονοι μελετητές απορρίπτουν κάτι τέτοιο[53][54]. Οι κατηγορίες εναντίον της ήταν μάλλον συκοφαντίες και φημολογίες της Αθήνας εκείνης της εποχής. Η Ασπασία αθωώθηκε μετά από μία σπάνια συναισθηματική έκρηξη του Περικλή, που υπήρξε οδυνηρή εμπειρία για τον ίδιο προσωπικά. Παρόλα αυτά, ο φίλος του Περικλή, γλύπτης Φειδίας, πέθανε στη φυλακή και ο έτερος φίλος του, φιλόσοφος Αναξαγόρας, δέχθηκε επίθεση από την Εκκλησία του Δήμου για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις[49]. Μετά από αυτές τις αρχικές επιθέσεις, η Εκκλησία επιτέθηκε στον ίδιο τον Περικλή, για κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος και για κατάχρηση εξουσίας. Πολλοί πιστεύουν ότι ο Περικλής εσκεμμένα δεν απέφυγε τον πόλεμο, επειδή η πολιτική του θέση είχε αρχίσει να κλονίζεται πολύ σοβαρά. Κατά ειρωνεία της τύχης, ο Πελοποννησιακός Πόλεμος άρχιζε τη στιγμή που η θέση του Περικλή είχε αρχίσει να κλονίζεται. Ο Μπέλοχ υποστηρίζει πως ο Περικλής υποστήριξε την επιλογή του πολέμου ώστε να αποφύγει τον αυξανόμενο εσωτερικό ανταγωνισμό[55], εντός των Αθηνών, για πρώτη φορά μετά τη θριαμβευτική πολιτική νίκη του επί του συντηρητικού πολιτικού ηγέτη Θουκυδίδη, πριν από μία δεκαετίαΤο 431 π.Χ., και ενώ η ειρήνη ήταν εύθραυστη, ο βασιλιάς της Σπάρτης Αρχίδαμος Β΄ απέστειλε μία νέα αντιπροσωπεία, με την οποία ζήτησε από την Αθήνα να δεχτεί τους όρους της Σπάρτης. Στη σπαρτιατική αντιπροσωπεία δεν επετράπη η είσοδος στην Αθήνα, καθώς ο Περικλής είχε απαγορεύσει κάτι τέτοιο, εφόσον διαπιστωνόταν ότι η Σπάρτη είχε λάβει στρατιωτικά μέτρα εναντίον της Αθήνας. Εκείνη την περίοδο, ο σπαρτιατικός στρατός συγκεντρωνόταν στην Κόρινθο και οι Αθηναίοι αρνήθηκαν για αυτό το λόγο την είσοδο στους αντιπροσώπους της Σπάρτης[61]. Όταν και οι τελευταίες του προσπάθειες για διαπραγματεύσεις με τους Αθηναίους απέτυχαν, ο Αρχίδαμος εισέβαλε στην Αττική αλλά την βρήκε έρημη, καθώς ο Περικλής είχε πείσει τους Αθηναίους να οχυρωθούν πίσω από τα τείχη της Αθήνας[62]. Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο ο Περικλής κατόρθωσε να πείσει τον αγροτικό πληθυσμό της Αττικής να εγκαταλείψει τα χωράφια και τις περιουσίες του. Για πολλούς, η μετακίνηση αυτή συνιστούσε βίαιη αλλαγή του τρόπου ζωής τους[63]. Έτσι, πολλοί αγρότες δεν ήταν καθόλου ικανοποιημένοι από την απόφαση του Περικλή. Εκείνος τους καθησύχασε με το επιχείρημα πως εάν ο εχθρός δεν κατέστρεφε την ακίνητη περιουσία του, που βρισκόταν έξω από τα τείχη, τότε θα την παραχωρούσε στο κράτος. Κατά τον Θουκυδίδη, ο Περικλής έδωσε αυτή την υπόσχεση θεωρώντας πως ο Αρχίδαμος, ο οποίος ήταν φίλος του, πιθανώς δεν θα κατέστρεφε την περιουσία του, είτε σε ένδειξη φιλίας, είτε στα πλαίσια πολιτικής σκοπιμότητας, προκειμένου να απομονώσει πολιτικά τον Περικλή από το Δήμο[64]. Σε κάθε περίπτωση, βλέποντας οι Αθηναίοι μέσα από τα τείχη την καταστροφή της περιουσίας τους στην ύπαιθρο, άρχισαν να δείχνουν την έντονη δυσαρέσκειά τους προς τον Περικλή, ενώ πολλοί από αυτούς θεωρούσαν πως τους εξώθησε στον πόλεμο. Παρά τη μεγάλη πίεση, ο Περικλής αρνήθηκε να αλλάξει την αρχική του στρατηγική απέναντι στον πόλεμο. Επίσης αρνήθηκε να ζητήσει τη γνώμη της Εκκλησίας του Δήμου, φοβούμενος μήπως οι Αθηναίοι αποφασίσουν να πολεμήσουν μόνοι τους τον ισχυρό Σπαρτιατικό Στρατό στην ύπαιθρο.[65]. Τις συνελεύσεις των Πρυτάνεων, ο Περικλής δεν τις είχε υπό τον έλεγχό του, αλλά ο σεβασμός που είχε από τους Πρυτάνεις ήταν αρκετός ώστε να δεχτούν τις απόψεις του.[66]. Ενώ ο σπαρτιατικός στρατός παρέμενε στην Αττική, ο Περικλής έστειλε ένα στόλο 100 πλοίων να λεηλατήσει τα παράλια της Πελοποννήσου και τοποθέτησε το ιππικό να φυλά τα κτήματα κοντά στα τείχη της πόλεως.[67]. Όταν ο εχθρός έφυγε και η λεηλασία της αττικής υπαίθρου έλαβε τέλος, ο Περικλής πρότεινε ένα νόμο, σύμφωνα με τον οποίο η Αθήνα έπρεπε να δεσμεύσει ένα ποσό 1.000 ταλάντων και 100 πλοία, εάν η Αθήνα δεχόταν επίθεση από τη θάλασσα. Ακόμη, επέβαλε νόμο που καταδίκαζε σε θάνατο οποιονδήποτε πρότεινε διαφορετική χρήση των χρημάτων ή των πλοίων. Το φθινόπωρο του 431 π.Χ., ο Περικλής εισέβαλε στα Μέγαρα και λίγους μήνες αργότερα, και πιο συγκεκριμένα τον χειμώνα του 431 προς 430 π.Χ., απάγγειλε τον περίφημο Επιτάφιο Λόγο του, και με μνημειώδη συναισθηματισμό τίμησε τη δημοκρατία και τους πεσόντες πολεμιστές για την Αθήνα στη διάρκεια του πρώτου έτους του πολέμου[68]Ο Περικλής ακολουθώντας την αθηναϊκή παράδοση της εποχής, παντρεύτηκε πρώτα μία γυναίκα που ήταν κοντινή συγγενής του, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, τον Ξάνθιππο και τον Πάραλο. Ο γάμος τους όμως δεν ήταν ευτυχισμένος και γύρω στο 445 π.Χ., ο Περικλής χώρισε τη γυναίκα του και την προσέφερε σε έναν άλλο άνδρα για γάμο, με τη σύμφωνη γνώμη των αρσενικών μελών της οικογένειας της γυναίκας του[75]. Το όνομα της πρώτης του γυναίκας δεν είναι γνωστό, η μόνη πληροφορία που έχουμε σήμερα είναι ότι ήταν σύζυγος κάποιου Ιππόνικου, πριν παντρευτεί τον Περικλή, και μητέρα του Καλλία, από τον πρώτο της γάμο[76]. Η γυναίκα με την οποία συνδέθηκε ήταν η Μιλήσια Ασπασία, εταίρα από την Μίλητο και κατά πολλά χρόνια νεότερή του. Ο Σωκράτης την περιέγραψε ως την πιο έξυπνη και πνευματική γυναίκα της εποχής της. Η σχέση αυτή ήταν υπερβολικά τολμηρή, επειδή ο Περικλής της συμπεριφερόταν ως ίση προς ίσο, και σκεπτόμενοι με δεδομένη την κοινωνική θέση τηςγυναίκας στην Αρχαία Αθήνα, κάτι τέτοιο ήταν αδιανόητο για τους περισσότερους άνδρες εκείνης της εποχής.
Ακόμη και ο γιος του Περικλή Ξάνθιππος, ο οποίος είχε πολιτικές φιλοδοξίες, δε δίστασε να καταδικάσει αυτή τη σχέση του πατέρα του[77]. Αυτές οι κατηγορίες δεν έριξαν το ηθικό του, παρόλο που ξέσπασε σε κλάματα όταν τον κατηγόρησαν ότι διέφθειρε την ηθική της πόλης του, με αυτήν του την σχέση. Η μεγαλύτερη προσωπική του τραγωδία ήταν ο θάνατος των δύο παιδιών του, του Ξάνθιππου και του Πάραλου, από τον πρώτο του γάμο, καθώς και ο θάνατος της αδελφής του. Όλοι αυτοί πέθαναν από τον φοβερό λοιμό που χτύπησε την Αθήνα τα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου. Ο θάνατος τόσων συγγενικών προσώπων ήταν κάτι το οποίο ποτέ δεν κατάφερε ψυχολογικά ποτέ να ξεπεράσει. Λίγο πριν από τον θάνατό του, οι Αθηναίοι άλλαξαν τον νόμο του 451 π.Χ. για το δικαίωμα στην αθηναϊκή υπηκοότητα, που έκανε τον μισό-Αθηναίο γιο του που είχε αποκτήσει με την Ασπασία, Περικλή τον νεώτερο, Αθηναίο πολίτη και νόμιμο κληρονόμο του.[78] Από ειρωνεία της τύχης, ο ίδιος ο Περικλής είχε προτείνει να ψηφιστεί αυτός νόμος που έλεγε ότι μόνο όσοι έχουν και τους δύο γονείς Αθηναίους έχουν το δικαίωμα στην υπηκοότητα της πόλης

Ηγετικές ικανότητες

Μερικοί σύγχρονοι μελετητές όπως η Σάρα Ρούντεν, αποκαλούν τον Περικλή λαϊκιστή και δημαγωγό[80], ενώ άλλοι εκφράζουν τον θαυμασμό τους για τις ηγετικές του ικανότητες. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, όταν ο Περικλής ανέλαβε την εξουσία των Αθηνών, δεν ήταν πια ο ίδιος άνδρας όπως πριν αλλά είχε πραγματικά αλλάξει[81]. Οι αρχαίοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ο Περικλής ήταν πραγματικά αδιάφθορος πολιτικός αλλά δεν ήταν αντίθετος στον πλουτισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ιστορικός Θουκυδίδης δίνει ελάχιστη σημασία στις αρνητικές πλευρές του πολιτικού βίου του Περικλή, αλλά γράφει κυρίως για τις θετικές. Από την άλλη, ο Πλάτωνας, σε έναν από τους διαλόγους του αναφέρει ότι ο Περικλής έκανε την πόλη της Αθήνας μαλθακή και ματαιόδοξη, αφού αυτός επέβαλε το θεσμό των δημοσίων μισθών. Με αυτά τα λόγια, ο Πλάτωνας αποκηρύσσει πλήρως τη μυθοποίηση του Περικλή. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι έσπρωξε τον λαό της Αθήνας σε μία ματαιόδοξη και μαλθακή στάση, λόγω των πολλών φιλολαϊκών μέτρων που πρότεινε και με την υποστήριξη του Δήμου που επέβαλε[82].
Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, ο Περικλής δεν ακολουθούσε αλλά ηγούνταν του λαού της Αθήνας. Κάποιοι μελετητές του 20ού αιώνα, όπως ο Μάλκολμ Μαγκρέγκορ και ο Τζων Μόρρισον, υποστήριξαν ότι πιθανόν ο Περικλής να ήταν μία χαρισματική και δημοφιλής προσωπικότητα που περισσότερο από ηγέτης υπήρξε μέγας σύμβουλος του λαού του[83][84]. Σύμφωνα με τον Ντάνιελ Κινγκ, αυξάνοντας ο Περικλής τη δύναμη του Δήμου, έχασε τον έλεγχο της εξουσίας, αφήνοντας τους Αθηναίους χωρίς πραγματικό ηγέτη. Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, η ανάγκη του Περικλή να βασιστεί στις ευρύτερες λαϊκές μάζες ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής.

[Επεξεργασία]Στρατιωτικές επιτυχίες

Τα Μακρά Τείχη που συνέδεαν την Αθήνα με το λιμάνι του Πειραιά και ήταν ο βασικός κορμός της στρατηγικής του Περικλή στην αρχή του πολέμου
Για περισσότερα από είκοσι χρόνια, ο Περικλής ηγήθηκε ενός μεγάλου αριθμού εκστρατειών, πολλών εκ των οποίων ήταν ναυτικές εκστρατείες. Ποτέ δεν έπαιρνε μεγάλα ρίσκα και ήταν πάντοτε πολύ προσεκτικός στην επιλογή των εκστρατειών. Ακολουθώντας τη στρατηγική σκέψη του Θεμιστοκλή, πίστευε ότι η Αθήνα έπρεπε να βασιστεί στη ναυτική της δύναμη, και θεωρούσε τους Πελοποννήσιους σχεδόν ανίκητους στην ξηρά[85]. Ο Περικλής επίσης προσπάθησε να αμβλύνει το πλεονέκτημα που είχε η πολεμική μηχανή της Σπάρτης στην ξηρά, ξαναχτίζοντας τα τείχη της Αθήνας. Σύμφωνα με τον καθηγητή Κλασσικών Σπουδών στο Πρίνστον, Τζοσία Όμπερ, η στρατηγική της επανακατασκευής των τειχών της πόλης του άλλαξε δραστικά τη χρήση της στρατιωτικής δύναμης στις σχέσεις μεταξύ των ελληνικών πόλεων-κρατών[86].
Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο Περικλής βασίστηκε σε μία μεγαλειώδη αμυντική στρατηγική, που στόχο της είχε την εξασθένηση του αντιπάλου και τη διατήρηση του status quo[87]. Σύμφωνα με τον Πλατιά και τον Κολιόπουλο, η Αθήνα, ως η ισχυρότερη πόλη, δεν επέλεξε να νικήσει τη Σπάρτη με στρατιωτικά μέσα αλλά να καταστρέψει το στρατηγικό σχέδιο της Σπάρτης και των συμμάχων της. Τα δύο βασικά χαρακτηριστικά της στρατηγικής του Περικλή ήταν η αποφυγή αναβολής των οικονομικών κυρώσεων στα Μέγαρα και στην αποφυγή επέκτασης των συγκρούσεων, που δεν θα ήταν σε όφελος της Αθήναςια[›]. Σύμφωνα με τον Κάγκαν, η επιμονή του Περικλή στην απόρριψη μεγάλων εκστρατειών μάλλον οφείλεται στην πικρή ανάμνηση της αποτυχημένης εκστρατείας στην Αίγυπτο, την οποία είχε υποστηρίξει στην αρχή της πολιτικής του σταδιοδρομίας[88]. Για αυτό το λόγο, ο Χανς Ντέλμπρουκ τον αποκάλεσε ως έναν από τους μεγαλύτερους πολιτικούς και στρατιωτικούς ηγέτες της ιστορίας[89]. Παρόλο που οι συμπολίτες του ενεπλάκησαν σε πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις αμέσως μετά τον θάνατό του, δεν άλλαξαν τη στρατηγική του μέχρι και την τραγική εκστρατεία στη Σικελία[90]. Κατά τον Μπεν ντε Βετ, εάν ο Περικλής ζούσε περισσότερο, η στρατηγική του θα είχε επιτυχία[91].
Οι διαφωνούντες με τη στρατηγικής του Περικλή δεν είναι λιγότεροι από τους υποστηρικτές της. Μια ευρέως διαδεδομένη άποψη θέλει τον Περικλής καλύτερο ρήτορα από στρατηγό[92]. Ο Ντόναλντ Κάγκαν υποστηρίζει ότι η στρατηγική του Περικλή εμπεριείχε ευσεβείς πόθους που πρακτικά ήταν δύσκολο να πραγματοποιηθούν και απέτυχε. Ο Μπάρυ Στράους και ο Τζοσία Όμπερ, έχουν υποστηρίξει ότι ο Περικλής, ως στρατηγός, ήταν αποτυχημένος, συμβάλλοντας στην ήττα της Αθήνας στον πόλεμο. Ο Βίκτορ Ντέιβις Χάνσον προσθέτει ότι ο Περικλής δεν επεξεργάστηκε επαρκώς την επιθετική στρατηγική της πόλης του, ώστε να αντιμετωπίσει με επιτυχία μία πιθανή εισβολή[93][94][95]. Ο Κάγκαν ασκεί κριτική στη στρατηγική του Περικλή σε τέσσερα σημεία. Κατηγορεί τον Περικλή, καταρχήν, για την άρνησή του να προβεί σε μικρές παραχωρήσεις, οδηγώντας με αυτό τον τρόπο στον πόλεμο. Το δεύτερο σημείο της κριτικής του εστιάζει στην έλλειψη μυστικότητας γύρω από τη στρατηγική του, δίνοντας πλεονέκτημα στον αντίπαλο. Επιπλέον, κατά τον Κάγκαν, το σχέδιο ήταν αδύνατο να εκμεταλλευτεί πιθανές ευκαιρίες, ενώ παράλληλα βασιζόταν πολύ στον ίδιο τον Περικλή, με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί μετά το θάνατό του[96]. Ο Κάγκαν υπολογίζει ότι ο Περικλής δαπανούσε περίπου 2.000 τάλαντα κάθε χρόνο για τις ανάγκες του Πελοποννησιακού πολέμου, και υποστηρίζει ότι ήταν σε θέση να ξοδέψει ένα τέτοιο ποσό μόνο για τρία χρόνια. Θεωρεί κατ' επέκταση πως για αυτό το λόγο, που λογικά ο Περικλής γνώριζε, ήταν προετοιμασμένος για έναν πιο σύντομο σε διάρκεια πόλεμο[97][98]. Άλλοι, όπως ο Ντόναλντ Νάιτ, υποστηρίζουν ότι η στρατηγική του ήταν υπερβολικά αμυντική χωρίς καμία πιθανότητα επιτυχίας.
Από την άλλη πλευρά, ο Πλατιάς και ο Κολιόπουλος, θεωρούν ότι οι Αθηναίοι έχασαν τον πόλεμο μόνον όταν εγκατέλειψαν τη μεγαλοφυή στρατηγική του Περικλή[99]. Κατά τον Χάνσον, η στρατηγική του Περικλή δεν ήταν καινοτόμος, ωστόσο μπορούσε να αποδώσει καρπούς. Κάτι που είναι πολύ συνηθισμένο, είναι η πίστη ότι οι πολιτικοί διάδοχοι του Περικλή δεν είχαν ούτε τις ικανότητες, ούτε τον χαρακτήρα του.[97]. Κοινή πίστη είναι πως οι πολιτικοί διάδοχοι του Περικλή δε διέθεταν ούτε τις ικανότητες, ούτε το χαρακτήρα του[100].

[Επεξεργασία]Ρητορικές ικανότητες

Έργο του Βίκτορ Λερού (1682–1740) που απεικονίζει τον Περικλή και την Ασπασία να θαυμάζουν το άγαλμα της Αθηνάς στο εργαστήριο του Φειδία
Οι σύγχρονοι μελετητές του Θουκυδίδη προσπαθούν ακόμη να επανασυνδέσουν τους λόγους του Περικλή, ώστε να αποκτήσουμε μία πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τις ρητορικές ικανότητες του Περικλή, και να διαχωρίσουμε τους λόγους του Περικλή από τα γραπτά του Θουκυδίδηιβ[›]. Επειδή ο Περικλής δεν κατέγραψε ούτε διένειμε τους λόγους τουιγ[›], οι ιστορικοί δεν μπορούν να είναι απολύτως σίγουροι ποιοι λόγοι και ποιές απόψειςιδ[›] ανήκουν στον ίδιο τον Περικλή και ποιοι ανήκουν στον Θουκυδίδη. Ο Θουκυδίδης παραδίδει τρεις από τους λόγους του Περικλή, τους οποίους έγραψε από μνήμης, γεγονός που καθιστά μάλλον απίθανο να μην προσέθεσε προσωπικά στοιχεία στους λόγους του Περικλή για τους οποίους γράφει. Παρόλο που ο Περικλής θεωρείται εξαιρετικός ρήτορας, πολλοί σύγχρονοι μελετητές υποστηρίζουν ότι η ομορφιά των λόγων του Περικλή οφείλεται περισσότερο στις συγγραφικές ικανότητες του Θουκυδίδη παρά στις ρητορικές του Περικλήιε[›]. Πιθανόν ο Θουκυδίδης να ενσωμάτωσε τις συγγραφικές του ικανότητες στους λόγους του Περικλή, ώστε να δημιουργήσει αυτήν την εικόνα που έχουμε σήμερα.
Ο Ντόναλντ Κάγκαν υποστηρίζει ότι ο Περικλής είχε έναν εκλεπτυσμένο τύπο λόγου, που δεν ήταν καθόλου χυδαίος, σε αντίθεση με τους περισσότερους δημαγωγούς της εποχής του. Σύμφωνα με τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, θάμπωνε τους συμπολίτες του με τις ικανότητες λόγου που κατείχε. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Περικλής απέφευγε να ξεσηκώνει τα πλήθη όπως ο παθιασμένος ρήτορας Δημοσθένης, αλλά πάντα μιλούσε με έναν πράο και ήρεμο τρόπο. Βεβαίως, ο Πλούταρχος αναφέρει ακόμη ότι οι λόγοι του Περικλή είχαν κάποια δόση υπεροψίας που δεν άρεσε σε πολλούς. Ο Πλούταρχος βασίζει αυτή την πληροφορία σε μαρτυρία του φιλόσοφου Ίωνα από την Χίο, σύγχρονου του Περικλή. ΟΓοργίας, στον ομώνυμο διάλογο του Πλάτωνα, χρησιμοποιεί τη ρητορική ικανότητα του Περικλή ως παράδειγμα μίας πραγματικά ανώτερης ρητορικής ικανότητας. Παρόλα αυτά, στο διάλογο του Μενέξενου, ο Σωκράτης αναφέρει ότι ο Περικλής είχε εκπαιδευτεί στη ρητορική από την Ασπασία, που είχε εκπαιδεύσει πολλούς ρήτορες, και ήταν σαφώς ανώτερος από έναν ρήτορα που είχε διδαχθεί τη ρητορική από τον Αντίφωντα. Επίσης αποδίδει τον Επιτάφιο Λόγο στην Ασπασία και επιτίθεται στους σύγχρονούς του για τη μυθοποίηση του Περικλή.
Οι Αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς αποκαλούσαν τον Περικλή «Ολύμπιο», εκθείασαν τις ικανότητές του, και έγραψαν ότι ο Περικλής κουβαλούσε τα όπλα του Δία όταν έβγαζε τους λόγους του. Σύμφωνα με τον Κουιντιλιάνο, ο Περικλής έκανε μία συγκεκριμένη προετοιμασία πριν βγάλει τους λόγους του, δηλαδή πήγαινε και προσευχόταν στους θεούς ώστε να μην εκστομίσει καμία λέξη κατά λάθος. Ο Σερ Ρίτσαρντ Γουέμπ αναφέρει ότι ο Περικλής ήταν ένας μοναδικός πολιτικός, στρατιωτικός και ρήτορας, επειδή κράτησε τη θέση του Στρατηγού για τόσα πολλά χρόνια, που κανείς πριν και μετά από αυτόν δεν κράτησε, και επειδή κέρδισε το σεβασμό των Αθηναίων, με τις σκέψεις και τις πράξεις του, όσο κανείς άλλος.

[Επεξεργασία]Κληρονομιά

Ο Παρθενώνας είναι μία από τις μεγαλύτερες πολιτιστικές κληρονομιές του Περικλή
Ως μεγαλύτερη κληρονομιά που άφησε ο Περικλής θεωρούνται τα έργα τέχνης του Χρυσού Αιώνα της Αθήνας αλλά και τα λογοτεχνικά έργα της εποχής του, που διασώθηκαν μέχρι σήμερα. Η Ακρόπολη των Αθηνών, παρόλο που σήμερα είναι ερειπωμένη, στέκεται μέχρι σήμερα ως σύμβολο της σύγχρονης Αθήνας. Ο ιστορικός Παπαρρηγόπουλος υποστήριξε ότι αυτά τα έργα τέχνης είναι αρκετά για να κάνουν την Ελλάδα αθάνατη σε όλη την υφήλιο. Σε σχέση με την πολιτική κληρονομιά του Περικλή, ο Βίκτωρ Έρενμπεργκ υποστηρίζει ότι το βασικό στοιχείο της πολιτικής κληρονομιάς του Περικλή ήταν ο Αθηναϊκός ιμπεριαλισμός, ο οποίος δεν δίνει πραγματική δημοκρατία και ελευθερία στους πολίτες του[101]. Υποστηρίζεται ότι η προώθηση ενός τέτοιου ιμπεριαλισμού στο τέλος κατέστρεψε την Αθήνα[102]. Ο Περικλής και οι επεκτατικές πολιτικές του ενάντια στις πιο αδύναμες πόλεις-κράτη, έχουν γίνει αντικείμενο συζητήσεων και διαφωνιών.
Άλλοι αναλυτές επισημαίνουν ότι ο Αθηναϊκός ουμανισμός ήταν το κύριο χαρακτηριστικό του Χρυσού Αιώνα[103]. Η ελευθερία του λόγου θεωρείται η μεγαλύτερη και μακροβιότερη κληρονομιά που μας άφησε ο "Αιώνας του Περικλή"[104]. Ο Περικλής θεωρείται ο ιδανικός τύπος ηγέτη στην Αρχαία Ελλάδα και ο Επιτάφιος Λόγος του, ακόμα και σήμερα θεωρείται συνώνυμο της πάλης για τη δημοκρατία και την ελευθερία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου